VI. Αρείου Πάγου 5/2021 - Πλ. Ολομελείας «Επίδομα πληροφορικής Δημοσίων Υπαλλήλων»

Περίληψη: Επίδομα πληροφορικής υπαλλήλων Δημοσίου– Χορηγείται μόνον σε ειδικευμένους υπαλλήλους κλάδων πληροφορικής– Αρχή της ισότητας- Δεν παραβιάζεται από την θέσπιση ειδικών προϋποθέσεων για την καταβολή του -Αδικαιολόγητος Πλουτισμός- Δεν συντρέχει.

 (...) [2] Με την υπ’ αριθ. 1387/2019 ομόφωνη απόφαση του Β2’ Πολιτικού Τμήματος παραπέμφθηκε ενώπιον της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 563 παρ. 2 περ. β’ ΚΠολΔ και 23 παρ. 2 εδ. γ’ περ. β’ του ΚΟΔ και ΚΔΔ (Ν. 1756/1988, όπως ισχύει), ο μοναδικός λόγος της από 25.09.2008 αιτήσεως για αναίρεση της υπ’ αριθ. 3187/2008 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με τον οποίον προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1 και 8 Ν. 2470/1997, 1 παρ. 1 και 8 παρ. 8 Ν. 3205/2003 και 904 ΑΚ, καθόσον οι αναιρεσίβλητοι δεν ανήκαν οργανικώς σε κλάδους πληροφορικής, και ως διοικητικοί υπάλληλοι εν γένει δεν εκτέλεσαν αλλότρια καθήκοντα, αλλά τα καθήκοντα των θέσεων στις οποίες είχαν τοποθετηθεί, επειδή αφορά ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος, επί του οποίου η νομολογία του Αρείου Πάγου δεν είναι ενιαία και, ειδικότερα, το ζήτημα εάν ο χειρισμός από υπαλλήλους άλλων κλάδων, εκτός των ειδικών κλάδων πληροφορικής, όπως γραμματέων, βιβλιοθηκονόμων, λοιπών διοικητικών υπαλλήλων, τεχνικών κ.λπ. ηλεκτρονικού υπολογιστή, κατά πλήρη και αποκλειστική απασχόληση κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, αφορών την εισαγωγή και επεξεργασία στοιχείων και εγγράφων του αντικειμένου της εργασίας τους σε όσα Τμήματα και Διευθύνσεις δεν προβλέπονται οργανικές θέσεις προγραμματιστών και χειριστών ηλεκτρονικών υπολογιστών, συνιστά ή μη άκυρη ανάθεση αλλοτρίων καθηκόντων και γεννά ή μη αντιστοίχως αξίωση εξ αδικαιολογήτου πλουτισμού.
[3] Με το άρθρο 8 του ν. 2470/1997 για το «ενιαίο μισθολόγιο του προσωπικού της Δημόσιας Διοίκησης» ορίσθηκαν τα εξής: «Πέρα από το βασικό μισθό του κάθε μισθολογικού κλιμακίου, όπως αυτός ορίζεται στο προηγούμενο άρθρο, χορηγούνται και τα εξής τακτικά επιδόματα, κατά μήνα: «[...] Επίδομα Πληροφορικής, για τους ειδικευμένους υπαλλήλους που ανήκουν οργανικά σε κλάδους πληροφορικής, υπηρετούν σε νομοθετημένες υπηρεσίες, διευθύνσεις, τμήματα ή κέντρα πληροφορικής και κατέχουν τα προσόντα που ορίζονται στο π.δ. 194/1988 (ΦΕΚ 84 | Α’), καθώς και στους ηλεκτρονικούς μηχανικούς ασφαλείας εναερίου κυκλοφορίας της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, οριζόμενο κατά ειδικότητα ως εξής (..).
Με το άρθρο 10 παρ. 1 του ν. 2470/1997 διατηρήθηκαν στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί κατά την έναρξη της ισχύος αυτού, εκτός από τα επιδόματα εορτών και αδείας του άρθρου 9 του ιδίου νόμου, και ορισμένα άλλα επιδόματα ή παροχές, μεταξύ των οποίων δεν περιλαμβάνεται το επίδομα πληροφορικής, που είχε χορηγηθεί στο παρελθόν με κοινές υπουργικές αποφάσεις, ενώ με την παρ. 4 του ίδιου άρθρου ορίστηκε ότι «Πέραν των ως άνω διατηρουμένων επιδομάτων και παροχών, όλα τα άλλα επιδόματα, αμοιβές και αποζημιώσεις που καταβάλλονται στους υπαλλήλους που εμπίπτουν στις διατάξεις αυτού κατά την έναρξη της ισχύος του με οποιαδήποτε ονομασία και από οποιαδήποτε πηγή, περιλαμβανομένων και εκείνων που χορηγήθηκαν με μορφή κινήτρου παραγωγικότητας ή αποδοτικότητας, καθώς και παροχές για κίνητρο προσέλκυσης και παραμονής καταργούνται, εφ’ όσον δεν προβλέπεται ρητά η χορήγησή τους από τις διατάξεις του παρόντος». Τέλος, κατά το άρθρο 31 του ν. 2470/1997, «Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται: [...] (η) Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη κατά το μέρος που αντίκειται στις διατάξεις του νόμου αυτού ή κατά το μέρος που ρυθμίζει θέματα που διέπονται από αυτόν».
Ήδη δε, από την έναρξη ισχύος του νεότερου ν. 3205/2003 (01.04.2004), που αναφέρεται σε «μισθολογικές ρυθμίσεις λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ κλπ», το ως άνω επίδομα πληροφορικής προβλέπεται και πάλι, κατά το άρθρο 8 παρ. 8, «για τους ειδικευμένους υπαλλήλους που ανήκουν οργανικά σε κλάδους πληροφορικής, υπηρετούν σε νομοθετημένες υπηρεσίες, κέντρα, διευθύνσεις ή τμήματα πληροφορικής και κατέχουν τα προσόντα που ορίζονται στο π.δ. 50/2001 [...], οριζόμενο κατά ειδικότητα [...]. Από τις ανωτέρω διατάξεις του ν. 2470/1997 συνάγεται σαφώς ότι από την έναρξη της ισχύος αυτού (01.01.1997) καταργήθηκαν μεταξύ άλλων και οι κοινές υπουργικές αποφάσεις, με τις οποίες είχε προβλεφθεί η χορήγηση του επιδόματος πληροφορικής σε ορισμένες κατηγορίες υπαλλήλων και ότι, έκτοτε, το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του νόμου αυτού επίδομα πληροφορικής καταβάλλεται υπό διαφορετικές και αυστηρότερες προϋποθέσεις, μόνο σε ειδικευμένους υπαλλήλους που ανήκουν οργανικά σε κλάδους πληροφορικής, υπηρετούν κατά πλήρες ωράριο εργασίας σε νομοθετημένες υπηρεσίες, διευθύνσεις, τμήματα ή κέντρα πληροφορικής και κατέχουν τα προσόντα που ορίζονται στο π.δ. 194/1988 (και ήδη π.δ. 50/2001), ενώ προβλέπεται ρητά ότι τούτο δεν καταβάλλεται σε άλλες ειδικότητες, όπως στους υπαλλήλους που είναι απλοί χρήστες Η/Υ.
Η θέσπιση των ως άνω προϋποθέσεων για τη χορήγηση του επιδόματος πληροφορικής δεν παραβιάζει την αρχή της ισότητας με διαφορετική μεταχείριση ομοίων καταστάσεων. Αντιθέτως, διακρίνει αφ’ ενός μεταξύ των υπαλλήλων οι οποίοι έχουν ειδικά τυπικά προσόντα και κατέχουν οργανική θέση σε νομοθετημένη υπηρεσία πληροφορικής, προς τους οποίους προβλέπεται η χορήγηση του επιδόματος, και αφ’ ετέρου μεταξύ εκείνων οι οποίοι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές αλλά απλώς, λόγω της τεχνολογικής προόδου, χρησιμοποιούν Η/Υ κατά την παροχή της εργασίας τους σε διοικητική ή οικονομική θέση, όπως παλαιότερα χρησιμοποιούσαν τη γραφομηχανή ή την αριθμομηχανή, προς τους οποίους απαγορεύεται η χορήγηση του επιδόματος. Ειδικότερα, η σύγχρονη τεχνολογία, εκτός των άλλων αλλαγών που έχει επιφέρει στις ανθρώπινες δραστηριότητες και σχέσεις, έχει αντικαταστήσει ή διαφοροποιήσει ή και εμπλουτίσει τα μέσα της εκτέλεσης ενός καθήκοντος ή της παροχής μιας υπηρεσίας – εργασίας. Έτσι, ο Η/Υ έχει αντικαταστήσει την γραφομηχανή, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail) εξυπηρετεί την αλληλογραφία παράλληλα με το ταχυδρομείο, οι φωνητικές συζητήσεις μπορεί να γίνονται μέσω τηλεφωνικής γραμμής ή του διαδικτύου, οι συνεδριάσεις διοικητικών συμβουλίων με βιντεοδιάσκεψη ή τηλεδιάσκεψη κ.λ.π. Η αλλαγή απλώς του μέσου με το οποίο εκτελείται ένα ανατεθέν και συμφωνηθέν καθήκον ή παρέχεται μία ανατεθείσα και συμφωνηθείσα υπηρεσία – εργασία δεν συνεπάγεται αλλαγή της φύσης του καθήκοντος ή της υπηρεσίας – εργασίας και σε κάθε περίπτωση δεν συνιστά άκυρη ανάθεση αλλοτρίων καθηκόντων και ως εκ τούτου δεν γεννά αξίωση από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Η παραπάνω δε διάκριση, που αναφέρεται σε ανόμοιες περιπτώσεις, βρίσκεται μέσα στα συνταγματικά πλαίσια διαμόρφωσης της πολιτικής περί τους όρους εργασίας και αμοιβής των απασχολούμενων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και δικαιολογεί την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 8 παρ.11 του ν. 2470/1997 και τη μη εφαρμογή των ήδη καταργημένων διατάξεων των κοινών υπουργικών αποφάσεων, που προαναφέρθηκαν.
Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 904 παρ. 1 εδ. α’ και 908 εδ. α’ ΑΚ, κατά τις οποίες, αντιστοίχως, «Όποιος έγινε πλουσιότερος χωρίς νόμιμη αιτία από την περιουσία ή με ζημία άλλου έχει υποχρέωση να αποδώσει την ωφέλεια» και «Ο λήπτης οφείλει να αποδώσει το πράγμα που έλαβε ή το αντάλλαγμα που τυχόν έλαβε από αυτό», συνάγεται ότι επί παροχής εργασίας υπό άκυρη σύμβαση, ο εργοδότης, ως καθιστάμενος αδικαιολογήτως πλουσιότερος, υποχρεούται στην απόδοση της ωφέλειας την οποίαν αποκόμισε από την εργασία του μισθωτού, συνισταμένη στην αμοιβή την οποίαν αναγκαίως θα κατέβαλλε σε άλλον εργαζόμενο υπό έγκυρη σύμβαση εργασίας, με τις ικανότητες και τα προσόντα του απασχοληθέντος, χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψιν παροχές προσιδιάζουσες αποκλειστικώς στην προσωπική κατάσταση του μισθωτού. Τα αυτά ισχύουν και εάν η παροχή της εργασίας γίνεται υπό άκυρη εξ οιουδήποτε λόγου σύμβαση προς το Δημόσιο ή ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ, οπότε, εάν ανατεθεί παρανόμως σε μόνιμο τακτικό προσωπικό ή επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου υπάλληλο, ο οποίος έχει προσληφθεί προς εκτέλεση υπηρεσίας ορισμένου κλάδου, η εκτέλεση αλλοτρίων καθηκόντων εμπιπτόντων σε έτερο κλάδο αμειβόμενο βάσει υψηλοτέρων αποδοχών, το Δημόσιο ή το αντίστοιχο νομικό πρόσωπο καθίσταται αδικαιολογήτως πλουσιότερο και ενέχεται σε απόδοση προς τον ως άνω υπάλληλο της ωφέλειας την οποίαν αποκόμισε, ισούμενης προς την διαφορά των αποδοχών την οποίαν θα κατέβαλλε προς άλλον υπάλληλο, στον οποίον θα ανέθετε νομίμως τα εν λόγω καθήκοντα.
(..) Με βάση τις ως άνω παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι:
(1) οι αναιρεσίβλητοι συνδέονται με το αναιρεσείον ΝΠΔΔ με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και προσφέρουν τις υπηρεσίες του σ’ αυτό με τις ειδικότητες για τις οποίες προσλήφθηκαν, διαθέτοντας τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα γι’ αυτές ως γραμματείς, βιβλιοθηκονόμοι, λοιποί διοικητικοί υπάλληλοι, τεχνικοί κ.λ.π.,
(2) προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι λειτουργικές ανάγκες του αναιρεσείοντος στα τμήματα και διευθύνσεις αυτού που δεν προβλέπονταν οργανικές θέσεις προγραμματιστών και χειριστών ηλεκτρονικών υπολογιστών ανατέθηκαν, κατόπιν εντολής του, στους αναιρεσίβλητους τα καθήκοντα αυτά, τα οποία άσκησαν οι τελευταίοι απασχολούμενοι κατά πλήρες ωράριο, κυρίως και αποκλειστικώς με την εισαγωγή και επεξεργασία στοιχείων και εγγράφων του αντικειμένου της εργασίας τους στον ηλεκτρονικό υπολογιστή κατά τα αναφερόμενα σ’ αυτή (προσβαλλόμενη απόφαση) χρονικά διαστήματα,
(3) από την παραπάνω εργασία των αναιρεσιβλήτων το αναιρεσείον ωφελήθηκε το επίδομα πληροφορικής, που θα όφειλε να καταβάλει κάτω από άλλες περιστάσεις, αν δηλαδή είχε συστήσει οργανικές θέσεις της ειδικότητας του χειριστή ηλεκτρονικού υπολογιστή, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες του και
(4) οι αναιρεσίβλητοι μισθωτοί ανήκουν σε διαφορετική κατηγορία μισθωτών από εκείνη των μισθωτών στους οποίους χορηγήθηκε το επίδομα του άρθρου 8 αριθ. 11 Ν. 2470/1997, καθόσον πέραν του ότι ασχολούνται αποκλειστικά με την χρήση Η/Υ, δεν είναι ειδικευμένοι υπάλληλοι που να ανήκουν οργανικά σε κλάδους πληροφορικής και να υπηρετούν σε νομοθετημένες υπηρεσίες, διευθύνσεις, τμήματα ή κέντρα πληροφορικής, ούτε κατέχουν τους απαιτούμενους για την υπηρεσία σε τέτοιες διευθύνσεις, τμήματα ή κέντρα τίτλους σπουδών.
Συνεπώς, αν το αναιρεσείον προσλάμβανε με έγκυρη σύμβαση εργασίας, άλλους υπαλλήλους, με τα προσόντα των αναιρεσιβλήτων και τις ικανότητές τους, ανέθετε δε σ’ αυτούς την άσκηση των ίδιων καθηκόντων, και πάλι δεν θα κατέβαλλε και σ’ αυτούς το επίδομα πληροφορικής, διότι και αυτοί δεν θα κατείχαν τους απαιτούμενους σε τέτοιες διευθύνσεις και τμήματα τίτλους σπουδών, ούτε θα ήταν ειδικευμένοι υπάλληλοι, ενόψει του ότι δεν αρκεί πλέον για τη χορήγησή του απλή ανάθεση καθηκόντων σχετικά με το αντικείμενο των ειδικοτήτων στις οποίες αυτό αναφέρεται, κατ’ αποκλειστική ή τουλάχιστον κατά κύρια απασχόληση, αλλά απαιτείται να συντρέχουν σωρευτικά οι αυστηρές προϋποθέσεις, που έθεσε η παρ. 11 του άρθρου 8 του Ν. 2470/1997 και του άρθρου 8 του Ν. 3205/2003, μεταξύ των οποίων η κατοχή πτυχίου ή διπλώματος σπουδών στα αντικείμενα των ειδικοτήτων στις οποίες αναφέρεται το επίδομα πληροφορικής, όπως και η κατοχή οργανικής θέσεως του κλάδου. Η εκ μέρους των αναιρεσιβλήτων απλή και σε κάθε περίπτωση η εν τοις πράγμασι χρήση Η/Υ κατά την εκτέλεση της εργασίας τους με τις προαναφερθείσες ειδικότητες, ήτοι ως διοικητικών ή οικονομικών ή άλλης φύσεως υπαλλήλων, μη εργαζομένων σε ειδικές θέσεις πληροφορικής με την πλήρη απασχόληση σε ειδικές θέσεις πληροφορικής για τις οποίες απαιτούνται ως υπάλληλοι να έχουν ειδικά προσόντα και να έχουν προσληφθεί σε συγκεκριμένες θέσεις, είναι διαφορετική από την περίπτωση των υπαλλήλων που προσλαμβάνονται σε θέσεις πληροφορικής και συνεπώς η απλή ή σε κάθε περίπτωση εν τοις πράγμασι χρήση Η/Υ, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στην νομική σκέψη της παρούσας, κατά την εκτέλεση της εργασίας τους, ενόψει μάλιστα και της τεχνολογικής εξέλιξης, που απαιτεί γενικευμένη πλέον χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών, για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη άσκηση των καθηκόντων τους, δεν συνιστά άκυρη ανάθεση αλλοτρίων καθηκόντων για την οποίαν το αναιρεσείον θα έπρεπε να έχει συστήσει και πληρώσει πρόσθετες ειδικές θέσεις πληροφορικής, αφού σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην ένδικη αγωγή και τις ουσιαστικές παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης οι αναιρεσίβλητοι είχαν προσληφθεί και υπηρετούσαν νομίμως, σε άλλες θέσεις, οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με τις ειδικές θέσεις των προγραμματιστών και χειριστών ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Ως εκ τούτου δεν θεμελιώνεται ο πλουτισμός του αναιρεσείοντος εις βάρος της περιουσίας των αναιρεσιβλήτων, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 904 ΑΚ, συνιστάμενος στην προκειμένη περίπτωση, όπως δέχεται η προσβαλλόμενη απόφαση, στο επίδομα πληροφορικής, που θα κατέβαλλε με βάση το άρθρο 8 παρ. 11 ν. 2470/1997 το αναιρεσείον (εργοδότης) σε πρόσωπα τα οποία θα προσλάμβανε με έγκυρη εργασιακή σύμβαση, θα ασκούσαν τα ίδια καθήκοντα και θα είχαν τις ίδιες ικανότητες και τα ίδια προσόντα με εκείνα που παρείχαν την εργασία, δηλαδή τους αναιρεσιβλήτους. (..)