Περίληψη
Η Γερμανία αντιμετώπισε αποτελεσματικά την απειλή της πανδημίας σε σχέση με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Τα μέτρα που υιοθετήθηκαν είχαν ως κύριους άξονες την αντιμετώπιση των υγειονομικών πτυχών της κρίσης και τον περιορισμό της ύφεσης εξαιτίας της πανδημίας και των οικονομικών συνεπειών της. Η παρούσα συμβολή παρέχει μία επισκόπηση των κυριότερων μέτρων που υιοθετήθηκαν και τα οποία αφορούν το εργατικό δίκαιο.
Διαβάστε περισσότερα…
Η Γερμανία έλαβε δραστικά μέτρα περιορισμού της εξάπλωσης της ασθένειας COVID-19 χωρίς να κυρηχθεί η χώρα συνολικά σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Αρχικά λήφθηκαν μέτρα σε τοπικό επίπεδο, δηλαδή σε επίπεδο κρατιδίων,[1] και στη συνέχεια, καθώς η κατάσταση κορυφώνονταν ιδιαίτερα στις γειτονικές χώρες, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση με την σύμπραξη των αρχηγών των ομόσπονδων κρατιδίων συμφώνησαν σε μία κοινή προσέγγιση αντιμετώπισης της πανδημίας.
Η προσέγγιση αυτή έθεσε ως πρωταρχικό μέσο αντιμετώπισης της πανδημίας τον περιορισμό των κοινωνικών επαφών σε δημόσιους χώρους (Kontaktbeschränkungen). Ειδικότερα, επιτρεπόταν αρχικά μόνον οι επαφές αποκλειστικά με τα άτομα της οικογένειας που διαμένουν στην ίδια οικία. Επίσης, η απόσταση που έπρεπε να διατηρεί κανείς από τους άλλους ήταν τουλάχιστον 1,5 μέτρο. Μέχρι πρότινος, μόνον οι απολύτως απαραίτητες μετακινήσεις επιτρέπονταν, όπως για παράδειγμα η μετακίνηση από και προς τον εργασιακό χώρο και τους χώρους φύλαξης παιδιών, οι επισκέψεις σε γιατρούς, η συμμετοχή σε συνεδριάσεις και απαραίτητες ιατρικές ή άλλες εξετάσεις ή η ατομική άσκηση. Την τήρηση των μέτρων επέβλεπε αδιάλειπτα η αστυνομία και άλλες αρμόδιες αρχές. Σε περίπτωση παραβάσεων επιβάλλονταν τα ανάλογα πρόστιμα. Τα σύνορα με τις γειτονικές χώρες έκλεισαν και εισήχθησαν έλεγχοι στα σύνορα της χώρας. Η εισαγωγή των περιορισμών στις μετακινήσεις και στην ελεύθερη κυκλοφορία βασίστηκε στο άρθρο 28 παρ. 1 του Νόμου για την προστασία από τις μεταδοτικές ασθένειες (Infektionsschutzgesetz). Επίσης, δόθηκαν περισσότερα κίνητρα και διευκολύνσεις σε εργαζομένους σε τομείς, επαγγέλματα και νευραλγικές θέσεις με ιδιαίτερη σημασία για το σύστημα (systemrelevante Berufe) των οποίων η συνέχιση της απασχόλησης ήταν αναγκαία για την εφαρμογή των μέτρων κατά της πανδημίας.[2]
Η αποτελεσματικότητα των μέτρων επανεξετάζεται ακόμη και τώρα ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Όπως και σε πολλές άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, τα μέτρα περιορισμού της ελεύθερης κυκλοφορίας και κοινωνικών επαφών έπρεπε να αντισταθμιστούν με μέτρα τόνωσης της οικονομίας η οποία επλήγει σοβαρά εξαιτίας της πανδημίας. Άξονες υποστήριξης θεσπίστηκαν για τις επιχειρήσεις, τους εργαζομένους, τις οικογένειες, τις υγειονομικές υπηρεσίες και την κοινωνική πρόνοια, μεταξύ άλλων, με προσφυγή τόσο σε ήδη υπάρχοντες μηχανισμούς και νομικές δυνατότητες όσο και με τη θέσπιση νέων μέτρων.
Στις 16 Απριλίου 2020 το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων εξέδωσε έναν κατάλογο νέων προδιαγραφών προστασίας στην εργασία λόγω της COVID-19.[3]
Το πρώτο πρόγραμμα κοινωνικής προστασίας στον καιρό της πανδημίας θεσμοθετήθηκε στις 27 Μαρτίου 2020.[4] Σύμφωνα με τις διατάξεις του, η διαδικασία πρόσβασης σε διάφορα κοινωνικά επιδόματα απλοποιήθηκε. Επίσης, διευρύνθηκε η εισαγωγή της εργασίας με μειωμένο ωράριο (Kurzarbeit)[5] από την 1 Απριλίου 2020 μέχρι 30 Οκτωβρίου 2020.[6] Ειδικότερα, οι προϋποθέσεις για τη λήψη του σχετικού επιδόματος λόγω μείωσης του χρόνου εργασίας διευρύνθηκαν αλλάζοντας την υπάρχουσα νομοθετική ρύθμιση.[7] Μάλιστα, προστέθηκε ένα νέο εδάφιο[8] σύμφωνα με το οποίο η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση δύναται να διευκολύνει την πρόσβαση στο επίδομα μειωμένης εργασίας σε περίπτωση εξαιρετικών περιστάσεων στην αγορά εργασίας μέχρι τις 31.12.2021.[9] Σύμφωνα με τις διατάξεις §§ 95-99 του Γερμανικού Κώδικα Κοινωνικής Ασφάλισης (SGB) τ. III, το εν λόγω επίδομα καταβάλλεται όταν σημειώνεται σημαντική απώλεια εργασίας, πληρούνται οι προϋποθέσεις που αφορούν τόσο την επιχείρηση όσο και το πρόσωπο του εργαζομένου και η απώλεια εργασίας δηλώνεται στην αρμόδια αρχή.[10]
Η απώλεια εργασίας πρέπει να οφείλεται σε οικονομικούς λόγους και να είναι προσωρινή και αναπόφευκτη. Συνεπώς, πριν επιβληθεί το μέτρο αυτό, θα πρέπει να εξαντληθούν όλες οι δυνατότητες διακύμανσης του χρόνου εργασίας. Μέχρι πρότινος η μείωση εργασίας έπρεπε να αφορά τουλάχιστον το 1/3 των εργαζομένων της επιχείρησης, ενώ με τη νέα ρύθμιση το όριο μειώθηκε στο 10% του συνόλου των εργαζομένων. Επίσης, όσον αφορά τις προϋποθέσεις που αφορούν την επιχείρηση, προβλέφθηκε ότι μπορούν να υπαχθούν στη νέα ρύθμιση ακόμη και επιχειρήσεις που έχουν έναν εργαζόμενο. Όσον αφορά στις προϋποθέσεις που αφορούν το πρόσωπο του εργαζομένου, θα πρέπει η σύμβαση εργασίας να μην έχει καταγγελθεί και να υπόκειται σε υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση. Συνεπώς εξαιρούνται όσοι βρίσκονται σε επουσιώδη απασχόληση (geringfügig Beschäftigte) εφόσον η σχέση εργασίας τους δεν υπόκειται σε υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση. Το μέρος των κοινωνικοασφαλιστικών εισφορών που οφείλουν οι εργοδότες, αποδίδονται στους τελευταίους από τον αρμόδιο οργανισμό εργασίας (Arbeitsagentur).[11] Το εν λόγω επίδομα δικαιούνται και οι απασχολούμενοι σε εταιρείες προσωρινής απασχόλησης.[12]
Προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος διάδοσης της ασθένειας COVID-19 και να προφυλαχθεί η υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, απλοποιήθηκε η διαδικασία απόκτησης βεβαίωσης ανικανότητας προς εργασία. Από την 9η Μαρτίου 2020 και έπειτα οι εργαζόμενοι μπορούσαν να αποκτήσουν την εν λόγω βεβαίωση κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον γιατρό σε περίπτωση συμπτωμάτων ασθένειας του ανωτέρου αναπνευστικού. Η βεβαίωση ίσχυε για δέκα τέσσερις ημέρες το ανώτατο.[13] Η απλοποίηση αυτή έχει αρθεί τέλος Μαϊου 2020.
Όσον αφορά τον χρόνο εργασίας, εισήχθησαν ορισμένες εξαιρέσεις από τα ισχύοντα νόμιμα όρια χρόνου εργασίας[14] λόγω της έκτακτης κατάστασης στον καιρό της πανδημίας. Ειδικότερα, επιτρέπεται απόκλιση από τα ανώτατα νόμιμα όρια χρόνου εργασίας σε περίπτωση εξαιρετικών περιστάσεων[15] ανεξάρτητα απο τη βούληση των ενδιαφερόμενων όταν οι συνέπειες των περιστάσεων δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν με άλλον τρόπο. Η εκ του νόμου αυτή εξαίρεση δεν απαιτεί την προηγούμενη ρύθμιση συλλογικής σύμβασης εργασίας ή έγκριση εκ μέρους της δημόσιας αρχής. Επιτρέπεται μόνον υπερωριακή εργασία και κρίνεται κατά περίπτωση η νομιμότητά της.[16] Η δεύτερη εξαίρεση αφορά περιπτώσεις που λόγω προστασίας του δημοσίου συμφέροντος οι αρχές νομιμοποιούνται να επιτρέψουν παρέκκλιση από τα ανώτατα όρια χρόνου εργασίας.[17] Τέτοιες περιπτώσεις αποτελούν, για παράδειγμα, οι φυσικές καταστροφές, σοβαρά ατυχήματα ή κατάσταση ανάγκης σε σχέση με τον εφοδιασμό του πληθυσμού. Οι εξαιρέσεις μπορούν να διαρκέσουν από μερικούς μήνες μέχρι και ένα έτος, αλλά η επιβολή τους θα πρέπει να υπόκειται σε αυστηρό έλεγχο. Ο νέος νόμος για την αντιμετώπιση της πανδημίας στη Γερμανία (Sozialschutz-Paket Ι) εισήγαγε μία νέα παράγραφο στο σχετικό άρθρο[18]σύμφωνα με την οποία συμπεριλήφθηκαν περισσότερες περιπτώσεις εφαρμογής του άρθρου αυτού και πιο συγκεκριμένα στους τομείς της δημόσιας ασφάλειας και τάξης, του συστήματος υγείας, περίθαλψης και φροντίδας και υπηρεσιών κοινής ωφέλειας.
Επίσης, λόγω της αδυναμίας παροχής εργασίας εκ μέρους των εργαζομένων για διάφορους λόγους που οφείλονται στην πανδημία, γεννάται το ερώτημα αν ο εργοδότης οφείλει την καταβολή του μισθού τους για το διάστημα αδυναμίας παροχής της εργασίας.
Πρώτα απ’ όλα, σε περίπτωση ασθένειας του εργαζομένου η οποία δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του ίδιου (η υπαιτιότητα που, για παράδειγμα, συνίσταται σε περίπτωση ταξιδιού σε περιοχή υψηλού κινδύνου παρά την προειδοποίηση του υπουργείου εξωτερικών), ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να συνεχίσει την καταβολή του μισθού.[19]
Εαν ο εργαζόμενος βρίσκεται σε καραντίνα λόγω επαφής με άτομο που νοσεί από την COVΙD-19[20] η οποία έχει διαταχθεί από αρμόδια αρχή και συνεπάγεται απαγόρευση εξάσκησης της μέχρι τότε επαγγελματικής δραστηριότητας,[21] τότε ο εργοδότης υποχρεούται στην καταβολή αποζημίωσης ισάξιας με το ύψος της αμοιβής. Κατόπιν αιτήσεώς του εργοδότη, αρμόδια αρχή μπορεί να αποδώσει την αποζημίωση αυτή στον τελευταίο.[22]
Ειδική μέριμνα γίνεται για τους εργαζόμενους με παιδιά οι οποίοι δεν μπορούν να παρέχουν την εργασία τους επειδή υποχρεούνται να φροντίζουν τα παιδιά τους λόγω του κλεισίματος των σχολείων, παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών εξαιτίας της πανδημίας. Βάσει νόμου και αν δεν ισχύει κάποια άλλη ειδικότερη ρύθμιση που περιέχεται σε συλλογική ή ατομική σύμβαση εργασίας, οι εργαζόμενοι δικαιούνται τη συνέχιση πληρωμής του μισθού τους[23] με την πρόσθετη προϋπόθεση ότι την φροντίδα των παιδιών δεν μπορεί να την αναλάβει κάποιο άλλο μέλος της οικογένειας και η εργασία από το σπίτι δεν είναι δυνατή.[24]
Τέλος, αν η επιχείρηση πρέπει να σταματήσει τη λειτουργία της και να κλείσει, κατ’ αρχάς ο εργοδότης οφείλει τον μισθό στους εργαζόμενους επειδή ο πρώτος φέρει τον επιχειρηματικό κίνδυνο.[25] Ωστόσο, η νομολογία έχει εισάγει μία εξαίρεση στον παραπάνω κανόνα σε περίπτωση που η συνέχιση καταβολής του μισθού θέτει σε σοβαρό κίνδυνο το μέλλον, τη βιωσιμότητα και συνεπώς την ύπαρξη της επιχείρησης. Μάλιστα η εξαίρεση αυτή μπορεί να έχει εφαρμογή στην παρούσα κατάσταση εξαιτίας της πανδημίας.[26] Εναλλακτικά, σε περίπτωση κλεισίματος της επιχείρησης, οι εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότα να πάρουν νόμιμη άδεια αναψυχής ή άδεια ανευ αποδοχών μετά από συμφωνία από κοινού με τον εργοδότη.
Πέρα από τα μέτρα τα οποία ελήφθησαν λόγω του ξεσπάσματος της πανδημίας, συζητούνται και ορισμένες επιθυμητές προσαρμογές σε ήδη υπάρχουσες ρυθμίσεις εργατικού δικαίου. Μία από αυτές ήταν η υποχρέωση αυτοπρόσωπης παρουσίας των μελών των συμβουλίων εργαζομένων σε συνεδριάσεις σε ένα συγκεκριμένο μέρος. Προτάθηκε να λαμβάνουν χώρα οι συνεδριάσεις αυτές ψηφιακά ώστε να μην είναι απαραίτητη η μετακίνηση των συμμετεχόντων και να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι λόγω της πανδημίας του COVID-19.[27] Πράγματι, ο νομοθέτης τροποποίησε το άρθρο 129 του Νόμου σχετικά με την οργάνωση της επιχείρησης (Betriebsverfassungsgesetz) και επιτράπηκε η διεξαγωγή των συνεδριάσεων μέσω διαδικτύου υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Ένα ακόμη θέμα που συζητείται είναι το εάν οι εργοδότες μπορούν να υποχρεώσουν τους εργαζόμενους σε εργασία κατ’ οίκον και κατά πόσον μπορεί να διευρυνθεί το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη στο θέμα αυτό. Το ζήτημα αυτό είναι μάλιστα αρκετά επίκαιρο στη Γερμανία όπου συζητείται η εισαγωγή δικαιώματος εκ του νόμου εργασίας κατ’ οίκον.
Ένα δεύτερο πακέτο κοινωνικής προστασίας ψηφίστηκε στις 20 Μαϊου 2020 (Sozialschutz-Paket II).[28] Ειδικότερα, λήφθηκαν μέτρα υποστήριξης των ανέργων με την παράταση της καταβολής του επιδόματος ανεργίας χωρίς πρόσθετες προϋποθέσεις για τρεις περαιτέρω μήνες (εφόσον η αξίωση επιδόματος ανεργίας θα έληγε μεταξύ 1ης Μαϊου 2020 και 31ης Δεκεμβρίου 2020). Επίσης, προβλέφθηκε η βελτίωση των συνθηκών εργασίας των εργαζομένων σε καθεστώς μειωμένης εργασίας με την αύξηση του ποσού του επιδόματός τους.
Η Καγκελάριος της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ χαρακτήρισε την παρούσα υγειονομική κρίση ως μια πρωτοφανή πρόκληση στα ιστορικά χρονικά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας η οποία απαιτεί κοινή δράση αλληλεγγύης περισσότερο από ποτέ. Η σύμπραξη όλων των παραγόντων της αγοράς εργασίας, των εργοδοτών, των εργαζομένων και των κοινωνικών εταίρων είναι αναγκαία για την επιτυχή αντιμετώπιση της πανδημίας και των συνεπειών της στη ζωή εργασίας.
[1]Στη Γερμανία, ως ομόσπονδο κράτος, οι αρμοδιότητες είναι μοιρασμένες ανάμεσα στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση και στα κρατίδια.
[2]Για παράδειγμα, ενώ τα σχολεία και οι παιδικοί σταθμοί ανέστειλαν τη λειτουργία τους, θεσπίστηκε η δυνατότητα φύλαξης παιδιών όσων γονέων εργάζονταν σε επαγγέλματα ιδιαίτερης σημασίας για το σύστημα (Notbetreuung).
[3]Ο κατάλογος αυτός είναι διαθέσιμος στην ιστοσελίδα:https://www.bmas.de/SharedDocs/Downloads/DE/PDF-Schwerpunkte/sars-cov-2-arbeitsschutzstandard.pdf?__blob=publicationFile&v=1.
[4]Gesetzfür den erleichterten Zugang zu sozialer Sicherung und zum Einsatzund zur Absicherung sozialer Dienstleister aufgrund des Coronavirus SARS-CoV-2 (Sozialschutz-Paket Ι), Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της ΟΔΓ BGBI 2020 μέρος I αρ. 14, 575.
[5]O θεσμός αυτός εισήχθε με την οικονομική κρίση του 2008 ώστε να βοηθηθούν οι επιχειρήσεις που αντιμετώπιζαν οικονομικές δυσκολίες. Οι ώρες εργασίας μειώνονται ώστε να αποφευχθούν οι καταγγελίες συμβάσεων εργασίας. Οι εργαζόμενοι που υφίστανται μείωση εργασίας, δικαιούνται κοινωνικά επιδόματα ως αντιστάθμιση της απώλειας εισοδήματος λόγω της μείωσης των ωρών εργασίας. Στόχος του μέτρου αυτού δεν είναι άλλος από την καταπολέμηση και πρόληψη της ανεργίας.Σχετικάμετανομικάζητήματαπουμπορούνναανακύψουνκατάτηναίτησητουεπιδόματος: Christian Zieglmeier & Stephan Rittweger, Corona-Kurzarbeitergeld: Aktuelle Hindernisse und typische Kontrollfelder nach der Krise, Neue Zeitschrift für Arbeitsrecht (NZA) 2020, σελ. 685 επ.
[6]Με την υιοθέτηση του δεύτερου πακέτου στήριξης, παρατάθηκε η ισχύς της ρύθμισης μέχρι την 30 Δεκεμβρίου 2020.
[7] § 109 του Κώδικα Κοινωνικής Ασφάλισης – Sozialgesetzbuch (SGB) τόμος III.
[8] § 109 V SGB III.
[9]Δυνάμει αυτής της διάταξης, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση εξέδωσε τον Κανονισμό σχετικά με το επίδομα μειωμένης εργασίας (Kurzarbeitergeldverordnung - KugV), Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της ΟΔΓ BGBI. 2020 I 595.
[10]Αναλυτικάοιπροϋποθέσειςχορήγησηςτουεπιδόματοςμειωμένηςεργασίας: Felix Geulen & Volker Vogt, Kurzarbeit in der Corona Krise, ArbRAktuell 2020, σελ. 181 επ.
[11] § 2 KugV (Kurzarbeitergeldverordnung).
[12] § 3 KugV (Kurzarbeitergeldverordnung).
[13]Adam Sagan & Marius Brockfeld, Arbeitsrecht in Zeiten der Corona-Pandemie,Neue Juristische Wochenschrift (NJW) 2020, σελ. 1113.
[14]Τα όρια χρόνου εργασίας ρυθμίζονται στο Νόμο σχετικά με τον Χρόνο Εργασίας (Arbeitszeitgesetz - ArbZG). Λόγω της πανδημίας COVID-19 το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων εξέδωσε έναν Κανονισμό με ισχύ μέχρι την 31 Ιουλίου 2020 σύμφωνα με τον οποίο ρυθμίζονται οι εξαιρέσεις από τα ανώτατα νόμιμα όρια χρόνου εργασίας. Verordnung zu Abweichungen vom Arbeitszeitgesetz infolge der COVID-19-Epidemie (COVID-19-Arbeitszeitverordnung – COVID-19-ArbZV), διαθέσιμος στην ιστοσελίδα: https://www.bmas.de/SharedDocs/Downloads/DE/PDF-Gesetze/arbeitszeitverordnung.pdf;jsessionid=966EBBD4A7F73E9BABCFEB11F740C2CD?__blob=publicationFile&v=2.
[15]§ 14 I ArbZG.
[16]Adam Sagan & Marius Brockfeld, Arbeitsrecht in Zeiten der Corona-Pandemie,Neue Juristische Wochenschrift (NJW) 2020, σελ. 1115.
[17]§ 15 ΙI ArbZG.
[18]§ 15 ΙV ArbZG.
[19]§ 3 τουΝόμουγιατηνΚαταβολήτουΜισθούκατάτιςΑργίεςκαισεΠερίπτωσηΑσθένειας(Gesetz über die Zahlung des Arbeitsentgelts an Feiertagen und im Krankheitsfall– EFZG).
[20]§§ 28, 30 του Νόμου για την προστασία από τις μεταδοτικές ασθένειες (Infektionsschutzgesetz – IfSG).
[21]§ 31 παραγρ. 2 IfSG.
[22]§ 56 IfSG.
[23]§ 616σε συνδυασμό με § 275 του Γερμανικού Αστικού Κώδικα (BGB).
[24]Michael Fuhlrott & Katharina Fischer, Corona: Virale Anpassungen des Arbeitsrechts, Neue Zeitschrift für Arbeitsrecht (NZA) 2020, σελ. 348.
[25]§ 615 του Γερμανικού Αστικού Κώδικα (BGB).
[26]Michael Fuhlrott & Katharina Fischer, Corona: Virale Anpassungen des Arbeitsrechts, Neue Zeitschrift für Arbeitsrecht (NZA) 2020, σελ. 348.
[27]Michael Fuhlrott & Katharina Fischer, Corona: Virale Anpassungen des Arbeitsrechts, Neue Zeitschrift für Arbeitsrecht (NZA) 2020, σελ. 349.
[28]Gesetzzu sozialen Maßnahmen zur Bekämpfung der Corona-Pandemie(Sozialschutz-Paket II), ΕφημερίδατηςΚυβερνήσεωςτηςΟΔΓBGBI 2020 μέρος I αρ. 24, 1055, διαθέσιμοςστηνιστοσελίδα: https://www.bmas.de/SharedDocs/Downloads/DE/PDF-Gesetze/gesetz-sozialschutzpaket-zwei.pdf;jsessionid=96B278F6672B9718A692E11F5A764493?__blob=publicationFile&v=2.